ἀρχείοις

ἀρχείοις
ἀρχεῖον
town-hall
neut dat pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πριγκίπια — τὰ, Α (σε ρωμ. στρατόπεδο) ευρύς, εκτεταμένος τόπος όπου βρίσκονταν οι σκηνές τού στρατηγού, τών υπάρχων και τών χιλιάρχων και όπου συγκαλούσαν τις συνελεύσεις και τελούσαν τις δίκες («διέφθειρεν ἐν τοῑς ἀρχείοις, ἅ Πριγκίπια καλοῡσι Ῥωμαῑοι»,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”